ΙΔΡΥΤΙΚΗ ΔΙΑΚΗΡΥΞΗ
Εμείς, Έλληνες πολίτες με πίστη στην ανθρώπινη αξιοπρέπεια και στην ισχύ της αλληλεγγύης κηρύσσουμε την έναρξη εργασιών του Ομίλου Πολιτικού Προβληματισμού “Δημόσιος Λόγος”.
Αναγνωρίζουμε τη θεμελιώδη αξία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, της δικαιοσύνης, της ελευθερίας, της ισότητας και της κοινωνικής ειρήνης. Σκοπεύουμε να προωθήσουμε αυτές τις αξίες με γνώμονα την αρχή της νομιμότητας προστατεύοντας την κοινοβουλευτική δημοκρατία, οραματιζόμενοι μία κοινωνία ενεργών πολιτών με ίσες ευκαιρίες για όλους. Δεσμευόμαστε στην υπηρεσία του ελεύθερου ανταγωνισμού υποκείμενου σε κανόνες και θα εργαστούμε για την οικονομική ανάπτυξη και ευημερία του συνόλου του ελληνικού λαού.
Ιδρύουμε με πίστη και κουράγιο έναν Όμιλο ανοιχτό σε όλους όσους είναι κοινωνοί αυτών των αξιών, αρυόμενοι έμπνευση από τα επιτεύγματα του ελληνικού πολιτισμού. Διακατεχόμαστε από την επιθυμία να δούμε το ελληνικό κράτος να ενστερνίζεται και να εγκολπώνεται τις αξίες της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας των πολιτών και της δημοκρατικής τους έκφρασης. Δε συναθροιζόμαστε για να δημιουργήσουμε ακόμη έναν κλειστό κύκλο νομής της πολιτικής εξουσίας και της οικονομικής ισχύος της χώρας, ούτε υποτασσόμαστε σε ατομικά ή εταιρικά συμφέροντα.
Θέτουμε ως πρωταρχικό στόχο τη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου του ελληνικού λαού και την εγκαθίδρυση ενός κράτους που θα αποτελεί εστία δημιουργίας στην οικονομία, τις επιστήμες και τον πολιτισμό. Αναγνωρίζουμε ότι η Ελλάδα υστερεί σε διεθνές επίπεδο στο τομέα της επιστημονικής καινοτομίας και μαστίζεται από την απώλεια επιστημονικού δυναμικού που μεταναστεύει στην αλλοδαπή. Το κύτταρο δημιουργίας και έμπνευσης, το Ελληνικό Πανεπιστήμιο, έχει παραδοθεί βορά στις διαθέσεις θλιβερών μειοψηφιών που με χυδαίο πρόσχημα το απαραβίαστο των ιδεών, κρατάει δέσμια μια σιωπούσα πλειοψηφία φοιτητών και καθηγητών που επιθυμούν να εργαστούν με ζήλο και πρωτοτυπία. Θεωρούμε χρέος μας να αναστρέψουμε αυτή την κατάσταση επενδύοντας άμεσα στην εκπαίδευση και την έρευνα, δημόσια και ιδιωτική, πιστεύοντας ακράδαντα ότι έτσι θα διασφαλίσουμε συγκριτικό πλεονέκτημα για τις επόμενες γενιές Επιστημόνων.
Επιθυμούμε η Ελλάδα να αποκτήσει μία ισχυρή Δημοκρατία και να απεμπλακεί από τους κομματικούς μηχανισμούς που κρατούν δέσμια τα κέντρα λήψης αποφάσεων. Η εξουσία πηγάζει από το λαό και πρέπει να εξυπηρετεί τα συμφέροντα όλου του λαού. Δεν ανεχόμαστε τη διαιώνιση των πραγματικών αιτιών της σημερινής κρίσης, ήτοι της υποταγής της εξουσίας στις απαιτήσεις διάφορων μειοψηφιών σε βάρους του συνόλου. Η Ελληνική Πολιτεία που οραματιζόμαστε θα λειτουργεί αυτόνομα και ολιστικά και θα απεμπλακεί από τα δεσμά συγκεκριμένων οικογενειών, συγκεκριμένων επιχειρηματικών συμφερόντων, συγκεκριμένων συντεχνιών.
Αναγκαία συστατικά στοιχεία της Δημοκρατίας είναι ο Νόμος και η Δικαιοσύνη. Ως Νόμο ορίζουμε την γνήσια εξειδίκευση από την εκάστοτε κοινωνική πλειοψηφία των κανόνων ορθής κοινωνικής συμβίωσης, έτσι ώστε ο περιορισμός της ελευθερίας ενός ατόμου να άγει σε εγγύηση της ελευθερίας των υπολοίπων ατόμων. Ως Δικαιοσύνη ορίζουμε την δυνατότητα άμεσης, απροκατάληπτης και αναλογικής τιμωρίας όσων πολιτών παραβιάσουν τους κείμενους κανόνες ορθής κοινωνικής συμπεριφοράς, έτσι ώστε να μην ματαιώνεται το ωφέλιμο κοινωνικό αποτέλεσμα του Νόμου. Η Δικαιοσύνη δεν έχει λόγο ύπαρξης χωρίς Νόμο και ο Νόμος είναι κενό γράμμα χωρίς Δικαιοσύνη.
Η Δημοκρατία μας πάσχει στη διάκριση των εξουσιών. Η εκτελεστική εξουσία νέμεται το συνταγματικό πεδίο δράσης της νομοθετικής εξουσίας και δε σέβεται την ανεξαρτησία της δικαστικής εξουσίας. Η έννοια της κομματικής πειθαρχίας περιορίζει την ελευθερία των αντιπροσώπων του λαού και αποτελεί πηγή νοθείας της έκφρασης της λαϊκής βούλησης. Αυτές οι πρακτικές μετατρέπουν το Κοινοβούλιο σε θέατρο θλιβερών μονολόγων των κατ’ όνομα μόνο εκπροσώπων του λαού που υπηρετούν άκριτα το κομματικό συμφέρον. Οι δε υποδείξεις των εκάστοτε οργάνων της κυβέρνησης στους δικαστικούς λειτουργούς υπονομεύει το απαραβίαστο και το αδέκαστο της δικαστικής κρίσης ασκώντας πίεση στους δικαστές, με συνέπεια στην Ελλάδα τα δικαστήρια από τόπους προάσπισης των δικαιωμάτων των ατόμων να έχουν εξελιχθεί σε εστίες απειλής και καταπάτησης των πιο θεμελιωδών ελευθεριών.
Το κοινοβουλευτικό δυναμικό της χώρας απαρτίζεται κατά βάση από ανίσχυρες προσωπικότητες με χαμηλή ποιότητα και περιορισμένες δυνατότητες. Η ανασφάλεια, η έλλειψη τεχνοκρατικής και επιστημονικής εν γένει κατάρτισης, η παντελής απουσία ηγετικής ικανότητας καθιστά την πλειοψηφία των Ελλήνων πολιτικών έρμαια στις διαθέσεις κομματικών και εξωθεσμικών οικονομικών παραγόντων και λειτουργεί προς επίρρωση μίας λογικής απλής διαχείρισης των κοινών. Κυριευμένοι υπό το φόβο του πολιτικού κόστους αρνούνται να προβούν σε τολμηρές τομές και αναγκαίες μεταρρυθμίσεις, όπως το επιτάσσουν οι καιροί. Πολιτεύονται με γνώμονα την μεγιστοποίηση των πιθανοτήτων επανεκλογής τους και αντί να θεωρούν την ανάληψη δημοσίου αξιώματος την μέγιστη πρόκληση της ζωής τους, την αντιλαμβάνονται ως επιβράβευση των κομματικών τους κόπων.
Η κομματοκρατία στο Δημόσιο εμποδίζει την εφαρμογή όσων αποσπασματικών καινοτομιών επιχειρούνται φέρνοντας την Ελλάδα σε πολιτικό χειμώνα και ναρκώνοντας τα αισθητήρια των πολιτών. Η Δημόσια Διοίκηση παραμένει αργή και με έλλειψη στοχοθεσίας και αρνείται να λειτουργήσει και να αξιολογηθεί με βάση τα κριτήρια της ικανότητας, αποτελεσματικότητας και οικονομίας, όπως αυτά εφαρμόζονται σε κάθε προηγμένο κράτος. Η δημόσια υπηρεσία μοιάζει να μην απευθύνεται στους Έλληνες πολίτες αλλά στον εαυτό της, αποκομμένη από τις πραγματικές απαιτήσεις των πολιτών, στερώντας τους το συνταγματικό δικαίωμα να αναφέρονται ενώπιον τους και να διεκδικούν δυναμικά την προώθηση των αιτημάτων τους.
Οι παραπάνω συνθήκες δημιουργούν στρεβλώσεις στο πολίτευμά μας καθιστώντας το απλά μία κατ’ όνομα και κατ’ επίφαση δημοκρατία που αποτελεί την πηγή πολλών δεινών. Οι Έλληνες πολίτες χάνουν την εμπιστοσύνη τους στους μηχανισμούς του πολιτεύματος, απέχουν από τις πολιτικές συζητήσεις, μένουν αμέτοχοι στις εκλογικές διαδικασίες και αναπτύσσουν στάση επιφυλακτική απέναντι στους δημοκρατικούς θεσμούς. Η πολιτική και οικονομική ελίτ διατηρεί έτσι, έστω και προσωρινά, τα κεκτημένα της, ενόσω ο λαός παραμένει απαθής. Όμως οι σταδιακώς αυξανόμενες βίαιες αντιδράσεις του λαού καταδεικνύουν την έλλειψη εμπιστοσύνης στο ίδιο το πολίτευμα. Η χώρα μας δε βρίσκεται πρώτη φορά στο ίδιο σταυροδρόμι: η απαξίωση θεσμών έχει οδηγήσει το κράτος και παλαιότερα σε διάλυση και έχει καλλιεργήσει κατάλληλο έδαφος για την εμφάνιση συνθηκών που θα διευκολύνουν την εκτροπή του πολιτεύματος. Αναγνωρίζουμε ότι από τα βασικά αίτια που οδήγησαν την Ελλάδα στην σημερινή οικονομική, πολιτική και ηθική παρακμή ήταν η επί τριακονταετία κρατούσα κοινωνική αξία της ‘ήσσονος προσπάθειας’. Αντιλαμβανόμαστε ότι η πτωτική πορεία δεν μπορεί να αναστραφεί, χωρίς οι πολίτες να συνειδητοποιήσουν ότι πρέπει πρώτα οι ίδιοι να τροποποιήσουν τον κώδικα αξιών της ελληνικής κοινωνίας. Θέλουμε να θέσουμε οριστικό τέρμα σε αυτή την πορεία πτώσης και να οδηγήσουμε τη χώρα σε πορεία δημοκρατικής ανάτασης.
Στην εποχή του διαδικτύου και του συνεπαγόμενου εκμηδενισμού αποστάσεων και κόστους επικοινωνίας, θεωρούμε επιβεβλημένο να εγκαθιδρυθούν νέοι μηχανισμοί συμμετοχικών διαδικασιών. Οι πολίτες θα πρέπει να διευκολυνθούν στη συμμετοχή τους στη λήψη αποφάσεων που τους αφορούν και το κατάλληλο κίνητρο προς αυτή την κατεύθυνση είναι να βεβαιωθούν πως η φωνή τους θα ακούγεται. Για το σκοπό αυτό τασσόμαστε υπέρ της απλούστευσης διαδικασιών ψηφοφορίας με τη χρήση σύγχρονων τεχνολογιών. Η αντιπροσωπευτική δημοκρατία γεννήθηκε ως αποτέλεσμα της ανάγκης περιορισμού του κόστους λήψης αποφάσεων από το δήμο εν όλω. Οι τεχνολογικές εξελίξεις έχουν εξαλείψει σε μεγάλο βαθμό αυτές τις δυσκολίες και, συνεπώς, έχουν καταστήσει εφικτή την ανάπτυξη μηχανισμών άμεσης δημοκρατίας που δε θα νοθεύεται από την παρεμβολή της βούλησης αντιπρόσωπων για κάθε απόφαση. Το Κράτος οφείλει να θεσπίζει και καλλιεργεί μηχανισμούς ανάπτυξης δημόσιου διαλόγου με τη συμμετοχή του μέγιστου δυνατού αριθμού πολιτών. Η διερεύνηση και εξειδίκευση κάθε φορά του δημοσίου συμφέροντος και η διατύπωση γνώμης επί του πολιτικού δέοντος δεν μπορεί να αποτελεί αποκλειστικό προνόμιο των αντιπροσώπων του λαού.
Η εκτελεστική εξουσία οφείλει περαιτέρω να συρρικνωθεί με την ισχυροποίηση του θεσμού των ανεξάρτητων αρχών με την αξιοποίηση επιστημόνων εγνωσμένου κύρους και κοινωνική αντίληψης, που δύνανται να λειτουργούν υπερκομματικά, με βάση κριτήρια ορθολογικά και αξιολογικά. Η διασφάλιση της κομματικά ανεξάρτητης λειτουργίας καίριων οικονομικών θεσμών του κράτους, όπως οι επιτροπές ανταγωνισμού και κεφαλαιαγοράς, θα αυξήσουν την εμπιστοσύνη πολιτών και αγορών, θα διευκολύνουν την ανάπτυξη της επιχειρηματικότητας και θα προσελκύσουν νέες επενδύσεις στη χώρα μας. Η απορρύθμιση των αγορών ενέργειας, τηλεπικοινωνιών και μεταφορών πρέπει να συνεχιστεί απρόσκοπτα και οι σχετικές ρυθμιστικές αρχές, για να διασφαλιστεί η αποτελεσματικότητα και η αμερόληπτη κρίση τους, πρέπει να δρουν με αμιγώς οικονομικά κριτήρια και μόνο υπό τον έλεγχο των δικαστικών αρχών. Η θετική δράση και καταξίωση ορισμένων από τις αρχές αυτές, όπως ο Συνήγορος του Πολίτη, στις συνειδήσεις των πολιτών τονίζει ακόμα περισσότερο την ανάγκη να συνδράμει η εκτελεστική εξουσία στην ενίσχυση των αρμοδιοτήτων τους και στην εκτελεστότητα των αποφάσεών τους.
Η ανάπτυξη σαφώς προκαθορισμένου πλαισίου επιχειρηματικής δράσης, η καταπολέμηση της εκτεταμένης διαφθοράς, η απλούστευση των διαδικασιών έναρξης νέων επαγγελματικών λειτουργιών και ο περιορισμός της γραφειοκρατίας θα ενισχύσουν τις προοπτικές ευημερίας των Ελλήνων πολιτών. Η Ελληνική οικονομία μπορεί να καταστεί ξανά ανταγωνιστική, χωρίς να απαιτείται προς τούτο η απώλεια κεκτημένων δικαιωμάτων των εργαζομένων. Οι Έλληνες πολίτες θα αποκτήσουν πρόσβαση σε πιο ανταγωνιστικές αγορές αγαθών και υπηρεσιών και η λειτουργία της οικονομία μας θα καταστεί πιο δημοκρατική, αφήνοντας περιθώριο ανάπτυξης επιχειρηματικότητας σε περισσότερους Έλληνες και αλλοδαπούς που θέλουν να επενδύσουν στην Ελλάδα. Το κράτος οφείλει να δρα ως αποτελεσματικός ρυθμιστής των κανόνων ανταγωνισμού και να θεσπίσει μηχανισμούς έγκαιρης κι ανεξάρτητης επίλυσης δικαστικών διαφορών, ώστε παραγωγοί και καταναλωτές να μπορούν να διεκδικούν την πλήρη και άμεση αποκατάσταση αδικιών. Το κράτος οφείλει να απέχει κατ’ αρχήν από την ενεργό ανάμειξη στο επιχειρηματικό γίγνεσθαι. Κατ’ εξαίρεση, όπου κρίνει η Πολιτεία αιτιολογημένα ότι υπάρχει ανάγκη να διατηρεί κρατική επιχειρηματική δράση, θα πρέπει να την οργανώνει με καθολική διαφάνεια και βασιζόμενη σε καθαρά οικονομικά κριτήρια, διασφαλίζοντας την καθολική πρόσβαση των πολιτών σε δημόσιες υπηρεσίες γενικού οικονομικού συμφέροντος.
Το Ελληνικό κράτος πρέπει να προάγει την ευημερία όλων των πολιτών του δίχως διακρίσεις. Η Ελληνική κοινωνία οφείλει να είναι ανοιχτή κι εξωστρεφής και η Πολιτεία πρέπει να διευκολύνει την ανεμπόδιστη άσκηση των θεμελιωδών ελευθεριών κάθε ατόμου. Με λύπη όμως διαπιστώνουμε ότι η σημερινή κατάσταση στο θέμα της παράνομης μετανάστευσης έχει ξεφύγει από τον έλεγχο του κράτους. Η ανάλγητη πολιτική της ‘μη αντίδρασης’ οδηγεί στην αθρόα προσέλευση παράνομων μεταναστών και στον περαιτέρω αποκλεισμό τους. Δεν εθελοτυφλούμε στο βωμό μιας καλόβολης δήθεν ανθρωπιστικής στάσης: Οι συνθήκες διαβίωσης των παράνομων μεταναστών στην Ελλάδα είναι άθλιες και το κράτος οφείλει να τις βελτιώσει. Όμως η ελλιπής περιφρούρηση των συνόρων μας και η αδικαιολόγητη ανυπαρξία μεταναστευτικής πολιτικής είναι η πρωταρχική αιτία για τη σημερινή κατάσταση, που επιδεινώνεται περαιτέρω από την αδυναμία και έλλειψη διάθεσης συνεργασίας από την Τουρκία.
Η χώρα μας σαφώς κι έχει επωφεληθεί από την αθρόα εισροή φθηνού εργατικού δυναμικού, αλλά οι αρνητικές επιπτώσεις της ανεξέλεγκτης προσέλευσης μεταναστών είναι πλέον ορατές. Μεταναστευτική πολιτική δε σημαίνει καθορισμός προϋποθέσεων παραχώρησης της ελληνικής ιθαγένειας σε μετανάστες. Σημαίνει ώριμος και επιστημονικός καθορισμός του εργατικού δυναμικού που θέλουμε να εισάγουμε και ανάπτυξη αυστηρά τηρούμενων όρων επαναπατρισμού όσων δεν πληρούν τις προϋποθέσεις παραμονής στη χώρα. Η προσήλωση μας στις διεθνείς συμβάσεις για τους πρόσφυγες και την διασφάλιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων είναι αδιαπραγμάτευτη. Δε θεωρούμε όμως ότι καθιστά απαγορευμένο θέμα συζήτησης το ζήτημα των μεταναστών, όπως έχει αποδειχτεί στην πράξη ότι το αντιμετωπίζει η πολιτική ηγεσία του τόπου.
Το όραμα μας είναι το Ελληνικό κράτος να αποτελεί σημείο αναφοράς και για τα γειτονικά κράτη. Γνωρίζοντας το άστατο πολιτικό καθεστώς στα Βαλκάνια, η Ελλάδα οφείλει να προωθήσει την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση στην περιοχή και να ξεπεράσει φοβικά σύνδρομα του παρελθόντος. Με το βλέμμα στραμμένο στο μέλλον και με πρωταρχικό στόχο την ομαλή συμβίωση με τα όμορα κράτη, το Ελληνικό κράτος πρέπει να αποτελεί φάρο δημοκρατίας, κοινή πηγή ευημερίας και εστία πολιτισμικής έμπνευσης για τους γειτονικούς λαούς. Με γνώμονα την ευημερία των ανθρώπων, το Ελληνικό κράτος οφείλει να προωθήσει το ελεύθερο εμπόριο και να άρει κάθε περιοριστικό φραγμό στις συναλλαγές των Ελλήνων πολιτών με τους πολίτες των γειτονικών κρατών. Η ιστορία έχει γραφτεί και κανείς δεν μπορεί να τη ξαναγράψει κατά το δοκούν. Δεν μπορεί όμως να αποτελεί τροχοπέδη στην ανάπτυξη των σχέσεών μας με τους γείτονες, ούτε να είναι μόνιμη δικαιολογία για καθυστερήσεις στην προώθηση αμοιβαία αποδεκτών λύσεων σε χρονίζοντα ζητήματα.
Σε διεθνές επίπεδο, το Ελληνικό κράτος οφείλει να είναι πρωτοπόρο και να αναλαμβάνει πρωτοβουλίες. Αναγνωρίζουμε ότι στο παγκόσμιο γίγνεσθαι η χώρα μας αποτελεί μεσαίο μέγεθος πληθυσμιακά και εδαφικά. Αυτό όμως δε δικαιολογεί το γεγονός ότι τα τελευταία χρόνια η διεθνής παρουσία της χώρας είναι υποβαθμισμένη και περιθωριακή. Στους πρόσφατους βαλκανικούς πολέμους στα τέλη του 20ου αιώνα, η Ελλάδα έχασε την πιο λαμπρή ευκαιρία να αναδειχθεί σε κήρυκα της διεθνούς νομιμότητας. Αποκλεισμένη από τα κέντρα διεθνών αποφάσεων, η χώρα μας ακολουθεί απλά τις υποδείξεις των διεθνών οργανισμών, χωρίς να τις συνδιαμορφώνει. Προτάσσουμε την ανάγκη να ισχυροποιηθεί η θέση των Ελλήνων διπλωματών σε διεθνείς οργανισμούς και το Ελληνικό Κράτος να είναι πρωτοπόρο σε μεσολάβηση για την επίλυση των εκάστοτε διεθνών διαφορών.
Τέλος, αναγνωρίζουμε ότι από τα πολυτιμότερα κληροδοτήματα των Προγόνων μας είναι η Ελληνική μας Γλώσσα, η οποία κατά τις τελευταίες δεκαετίες δέχεται έσωθεν πολλαπλά πλήγματα διάβρωσης. Πιστεύουμε ότι η Ελληνική Γλώσσα μπορεί ακόμη και στην εποχή της παγκοσμιοποίησης να ικανοποιήσει αποτελεσματικά την ανάγκη για επικοινωνία και έκφραση του ελληνικού λαού. Χωρίς να παραβλέπουμε την κυριαρχία της Αγγλικής γλώσσας στο χώρο των διεθνών συναλλαγών, δεσμευόμαστε να χρησιμοποιούμε πάντοτε την Ελληνική Γλώσσα, κατά το δυνατόν ανόθευτη, όταν ο συνομιλητής ή αναγνώστης μας την κατανοεί.
Στοχεύουμε σε ένα ελεύθερο και δημοκρατικό Ελληνικό κράτος.
Στοχεύουμε σε μία Ελλάδα που θα παρέχει ασφάλεια, θα εξασφαλίζει την κοινωνική ειρήνη και θα προωθεί την αλληλεγγύη μεταξύ των πολιτών της και των πολιτών του κόσμου.
Στοχεύουμε σε μία ανταγωνιστική οικονομία και σε ένα ανώτερο βιοτικό επίπεδο για τον ελληνικό λαό.
Θα εργαστούμε με αισιοδοξία, κουράγιο και σύνεση για τη διασφάλιση των εθνικών μας συμφερόντων, των παραδόσεών μας και την ενίσχυση της θέσης της Ελλάδας στο διεθνές στερέωμα.
Αναγνωρίζουμε ότι η ενασχόληση με τα κοινά δεν μπορεί ποτέ να αχθεί σε αυτοσκοπό ή αποκλειστική απασχόληση. Δεσμευόμαστε να μην καταντήσουμε κι εμείς κακέκτυπα των κρατικοδίαιτων μορφών πολιτικής δράσης που οδήγησαν την Πατρίδα μας σε τούτη την παρακμή. Ο καθένας μας δεσμεύεται να υπηρετήσει το κοινωνικό σύνολο πρωτίστως μέσα από το επάγγελμα και την επιστήμη του, αφιερώνοντας ταυτόχρονα τον μέγιστο δυνατό ελεύθερό του χρόνο στην προαγωγή των κοινών ζητημάτων.
Η Ιδρυτική Ομάδα
Παρασκευή 17 Ιουνίου 2011
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
ΠροσυπογράΦω την Ιδρυτική Διακήρυξη του ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΛΟΓΟΥ, με εξαίρεση το χωρίο "με συνέπεια στην Ελλάδα τα δικαστήρια από τόπους προάσπισης των δικαιωμάτων των ατόμων να έχουν εξελιχθεί σε εστίες απειλής και καταπάτησης των πιο θεμελιωδών ελευθεριών".
ΑπάντησηΔιαγραφήΠου και πότε θα προσέλθουμε οι πιστοί;
Μάνος Μαρκάκης
+1 από εμένα! Περιμένουμε λεπτομέρειες..
ΑπάντησηΔιαγραφήΑνδρέας Παναγιωτόπουλος
Υ.Γ.: Να γράφεις πιο συχνά, μας έλειψες